Το Παιχνίδι Της Μνήμης

Θοδωρής Τσοκανής

Πιάσαν οι ζέστες οι γλυκές, ήρθε ο Μάης ο ξανθός, μυρίζει νεράτζι η γειτονιά, ποια γειτονιά, όλη η Αθήνα, και η καρδιά βαλσάρει γλυκά στην ευωδιά. Αλλά έχει πάλι νοτιά και υγρασία, τι υγρασία και αυτή φέτος – βέβαια ήταν ο χειμώνας ελαφρύς αλλά οι έρμες οι αρθρώσεις εδεινοπάθησαν… Δεν μ' αρέσει ο νοτιάς, δεν μ' αρέσει η υγρασία, νιώθω τα πάντα να κολλάνε πάνω μου και τον αέρα πιο πηχτό απ' ότι θέλω, ας φυσήξει λίγο βοριαδάκι να καθαρίσουμε, ε; Τι λες; Κι ας δροσίσει λίγο!

Είχα πάει βόλτα χτες σε μπαράκι με φίλους αγαπημένους απ’ τη δουλειά, κι έφυγα με ελαφρύ κεφάλι γύρω στις 11 και ο αέρας έφερνε όλο αυτό το άρωμα της νεραντζιάς και χαμογελούσα σαν παιδί, με τύλιξαν οι αναμνήσεις, είναι η άτιμη η μνήμη με τ άρωμα δεμένη – άρρηκτα και δυνατά. Μ αρέσει που ρθε η άνοιξη, μ αρέσει που ξυπνάω και δεν κρυώνω, μ αρέσει που νυχτώνει πιο αργά, μ αρέσει το φως του ήλιου – καθαρό και δυνατό, τα χρώματα και τ αρώματά της! Είναι μνήμη η άνοιξη η άτιμη, άγριο ένστικτο και σκέτη ομορφιά.

Πρόσφατα έκανα μια στάση στον παρακείμενο φούρνο να πάρω κάτι να φάω γιατί δεν είχα μαγειρέψει τίποτα, δεν προλαβαίνω, ένα σκασμό τρεχάματα αλλά οκ, θα τα καταφέρουμε. Πολλές οι υποχρεώσεις, άγρια τα ωράρια και πια δεν είμαι παιδί, κουράζομαι πιο εύκολα – είναι και ο νοτιάς που με κάνει πιο νωθρό βλέπεις…

Πήγα που λες στο φούρνο και εκεί που κοίταζα γύρω γύρω πήρε το μάτι μου ένα δίσκο με τουλουμπάκια... Συγκινήθηκα που λες, συγκινήθηκα ο καψερός γιατί τα τουλουμπάκια τα έχω στη μνήμη μου σαν ένα παλιό γλυκό, σαν ένα γλυκό που λάτρευα όταν ήμουν πιτσιρικάς, τα θυμάμαι να δαγκώνω και να λιώνουν στο στόμα μου, να πλημμυρίζει ο ουρανίσκος με παχύ σιρόπι την ώρα που η τραγανή ζύμη, με ένα ανεπαίσθητο κρατς το απελευθέρωνε!

Ω, τι γλύκα Θεέ μου. Τι υπέρτατη γλύκα. Και ξέρεις, επειδή εκείνα τα χρόνια ήταν φτωχικά (σαν και τα αδικιορισμένα τα τελευταία που περνάμε) δεν είχαμε ευκαιρία να φάμε συχνά. Μετά από παρακάλια η μαμά μας έπαιρνε γλυκό απ έξω, ήταν και νοικοκυρά καλή κι έσκιζε το γαλακτομπούρεκό της, και όταν μας έπαιρνε εγώ πάντα διάλεγα τουλούμπα ή τουλουμπάκια. Αν τύχαινε και δεν είχαν μαραγγιάσει ήταν η απόλυτη ηδονή...

Κι έτσι, δεν κρατήθηκα, πήρα 6 κομμάτια. 6 μόνο που λες, ήθελα απλά να ξαναγυρίσω 30 χρόνια πίσω και να ξανααισθανθώ έτσι. Και ήρθα σπίτι, και δαγκώνω το πρώτο. Ολόφρεσκο και τραγανό. Μπόλικο σιρόπι πλημμύρισε το στόμα μου και τα δάχτυλά μου να κολλάνε παντού... Αλλά συνειδητοποίησα κάτι. Η εικόνα τους μου έφερε πιο όμορφες μνήμες από τη δοκιμή τους. Γέρασα και άλλαξε η γεύση μου μάλλον, τόση πολύ γλύκα μου ήταν λίγο ενοχλητική, ξέπλυνα το στόμα με νερό κι άναψα τσιγάρο. Κανονικά θα τα χα φάει όλα ρε συ αλλά δεν κόπτομαι. Δεν θα τα πετάξω, θα τα φάω κάποια στιγμή αλλά δεν βιάζομαι. Δεν τα λιγουρεύομαι.

Δεν είμαι το παιδί που ήμουν τότε...


Σχόλια χρηστών

Για να συμμετέχετε στην συζήτηση πρέπει να γίνετε μέλη. Λάβετε μέρος σε κάποια συζήτηση κάνοντας roll-over στο αρχικό σχόλιο και πατήστε το κουμπί "Απάντηση". Για να εισάγετε ένα νέο σχόλιο χρησιμοποιήστε την φόρμα στο τέλος της λίστας.

15 Μαΐου 2018 Reply
Γιάννης Αντωνόπουλος

Όμορφο...


Για να σχολιάσετε αυτό το άρθρο θα πρέπει να είστε εγγεγραμμένο μέλος