Point Of View

Η κυρία Ισμήνη

Θοδωρής Τσοκανής

Είχα μια συζήτηση προσφάτως περί αστικής ευγένειας και κοινωνικής συμπεριφοράς – και αν και κατά πόσο το προσόν αυτό είναι ίδιον του Έλληνα ή όχι – και θυμήθηκα αυτήν την υπέροχη ιστορία, που συνέβη μερικά χρόνια πριν, στο τρένο το νυχτερινό, εκείνο που έκαμε 100 ώρες να φτάσει στην ώρα του και σου την παραθέτω για να αντιληφθείς ότι δεν υπάρχει ελπίς. 

Θα σου μιλήσω για την υπέροχη συνεπιβάτιδά μου, την κυρία Ισμήνη!

Η κυρία Ισμήνη είναι μια ηλικιωμένη κυρία, άνω των 70, σε ατημέλητη κατάσταση. Απ' το ντύσιμο, το μαλλί, το σώμα, το περπάτημα και ό,τι μπορείς τέλος πάντων να δεις με μια ματιά. Με τη ζέστη δε που είχε, ήταν κι αυτή η καημένη κάθιδρη όπως όλοι μας.

Η κυρία Ισμήνη έχει ένα βλέμμα απορίας και ευγενικό συνάμα, 2 μάτια μπλε ανοιχτό, ορθάνοιχτα σα να τανε μικρό κορίτσι και όχι μεγάλη γυναίκα. Η κυρία Ισμήνη έχει μια γλυκιά φωνή σχεδόν κοριτσίστικη επίσης, λίγο τραγουδιστή ίσως. Η κυρία Ισμήνη θα μπορούσε να είναι ένα δροσερό λουλούδι μέσα στην έρημο, μια αγκαλιά να χωθείς μέσα, μια φωνή να σε ταξιδέψει σε όμορφους ονειρικούς τόπους. Τα φαινόμενα αυτό δείχνουν με την πρώτη ματιά. Ευγενική και γλυκιά, με απορημένα ευχάριστο βλέμμα και μια φωνή που στάζει μέλι. Η κυρία Ισμήνη δεν είναι όμορφη, είναι μάλλον ασχημούλα αλλά αυτό δεν πειράζει, δεν πειράζει καθόλου.

Η κυρία Ισμήνη βολεύεται σε μια θέση που δεν την έχει πληρώσει και δεν της ανήκει, η κυρία Ισμήνη δεν θέλησε μάλλον να δώσει τα 5 ευρώ παραπάνω για να ταξιδέψει α' θέση και να είναι άνετη, θέλει να πληρώσει β' θέση και να μετακινηθεί από μόνη της εκεί αν υπάρχει κάποιο κενό. Η κυρία Ισμήνη έχει πάρει πολλές φορές το τρένο αυτό και ξέρει καλά ότι κανείς δεν θα την σηκώσει, ούτε επιβάτης, ούτε ελεγκτής. Χρησιμοποιεί τη γλύκα της για να τη λυπηθείς την καημένη τη γιαγιάκα που θα ταξίδευε αγκαλιά με Πακιστανούς και φαντάρους μέσα σε ένα βαγόνι τίγκα στη βρώμα και τις φωνές. Εξηγεί σε όλους μας - αλλά και στον ελεγκτή ότι κάποιο μπέρδεμα έγινε και ενώ είχε ζητήσει α' θέση της έδωσαν β. Να φανταστείς ότι Ξάνθη-Θεσσαλονίκη το έκανε α' θέση (το τονίζει αυτό εμφατικά). Και μήπως μπορεί - αν δεν ενοχλεί πάντα - να καθίσει εκεί; Και φυσικά βγάζει το τεράστιο καφέ πορτοφόλι να πληρώσει τη διαφορά γνωρίζοντας ότι ο ελεγκτής δεν μπορεί να πάρει χρήματα. Ποιος να της το αρνηθεί; Η κυρία Ισμήνη ξέρει το παιχνίδι καλά κι εγώ ξέρω καλά την κυρία Ισμήνη πριν καν τη γνωρίσω.

Η κυρία Ισμήνη ήρεμη και ικανοποιημένη αποφασίζει να κάνει κοινωνικότητες, θέλει κοινό, ακροατήριο για να αφηγηθεί τη ζωή της, υποψιάζομαι ότι το έχει μεγάλη ανάγκη γιατί θεωρεί ότι η ζωή της είναι πολύ ενδιαφέρουσα και τρελαίνεται να μιλά γι αυτήν. Έτσι λοιπόν ξεκινά το καλοφτιαγμένο σχέδιό της για να περάσει καλά τη βραδιά αδιαφορώντας για τους υπολοίπους. Αφού γκρινιάξει ευγενικά για τη θερμοκρασία, αφού σφουγγίξει τον ιδρώτα από το μέτωπό της επιδεικτικά, θα απαγορεύσει να κλείσει η πόρτα του κουπέ γιατί χρειάζεται καθαρό αέρα παρόλο που το κλιματιστικό δουλεύει στο φουλ και η φασαρία απ' έξω είναι έντονη. Η κυρία Ισμήνη δεν θέλει να κοιμηθεί, θέλει να κοινωνικοποιηθεί.

Ξεκινά ευγενικά ρωτώντας την απέναντι γλυκύτατη οικογένεια διάφορες λεπτομέρειες απ' τη ζωή τους. Από που είναι, που πηγαίνουν και γιατί, κολακεύει τη μητέρα η οποία είναι μια ομολογουμένως πολύ ωραία γυναίκα, σαχλαμαρίζει ελαφρά με τον πατέρα και κανακεύει τον 26χρονο γιο μαθαίνοντας τα φοιτητικά του επιτεύγματα. Προσπαθεί να ρίξει δίχτυα στον ξινό διπλανό της που προσπαθεί να μην αναπνέει τον ιδρώτα της, γιατί η κυρία Ισμήνη δεν γνωρίζει τη χρήση του αποσμητικού, αλλά δεν τα καταφέρνει. Στην ερώτησή της - Εσύ που πας παλικάρι μου; - Εισπράττει ένα άγριο βλέμμα κι ένα αδιάφορο - Γιατί ρωτάτε; Κάνετε γκάλοπ; - και τα παρατά προς το παρόν. Έχει πέσει σε σκληρό καρύδι. Αλλά θα του δείξει εκείνη.

Μόλις μαθαίνει μέσα σε 5 λεπτά αυτά που την ενδιαφέρουν αρχίζει και πιο αδιάκριτες ερωτήσεις φέρνοντας σε δύσκολη θέση τη μητέρα η οποία χαμογελά αμήχανα. Η κυρία Ισμήνη το καταλαβαίνει και γυρίζει το παιχνίδι λέγοντας ότι εκείνη δεν είναι αδιάκριτη και πω πω πω συγνώμη που ρώτησα, μη μου πείτε την ηλικία σας, μα μοιάζετε τόσο νέα, δεν είναι σωστό, εγώ δεν θέλω να μαθαίνω τέτοια πράγματα, αναγκάζοντας αμφότερους τους γονείς να την καθησυχάσουν και να της δώσουν τις απαραίτητες πληροφορίες παρά τη σθεναρή άρνησή της. Η κυρία Ισμήνη ικανοποίησε την περιέργεια της και προχωρά παρακάτω. Στα δικά της.

Ξεκινά λέγοντας για το σύζυγο και στρατηγό εν αποστρατεία, ενημερώνει όλο το κουπέ, πότε, πως και γιατί παντρεύτηκε, όλες της λεπτομέρειες της προίκας που ήταν απαραίτητη τότε και του γάμου (και τι λεβέντης που ήταν ο στρατηγός μέσα στη στολή του), οι υπόλοιποι την κοιτούν με αμηχανία, βαρεμάρα και δέος όσο ξετυλίγει το κουβάρι της νυφικής παστάδας και τότε πράττει το αδιανόητο. Εντελώς τυχαία, μέσα στην άσπρη της τσάντα έχει φωτογραφίες του στρατηγού με όλα τα παράσημα, νέου αλλά και πρόσφατες, και, ω τι θαύμα, του γάμου της με εκείνον. Μοιράζει τις φωτογραφίες σε όλους εκτός από εμένα όπου προσπαθεί να μου δείξει πόσο την έθιξα αγνοώντας με  επιδεικτικά και λαμβάνει ευγενικά σχόλια για το στρατηγό, το νυφικό, εκείνη, τις ανθοστήλες κλπ. Νομίζοντας ότι έχει κερδίσει ένα γύρο η κυρία Ισμήνη γυρνά προς το μέρος μου και μου λέει με προσποιητή καλοσύνη "Μήπως θέλεις να τις δεις κι εσύ; Μη με πεις και αγενή" "Όχι ευχαριστώ, δεν μ ενδιαφέρει να τις δω" της απαντώ παγωμένα και γυρίζω το κεφάλι αμέσως στο βιβλίο μου. Η κυρία Ισμήνη είναι να σκάσει.

Η ώρα περνά, κάποια στιγμή ρωτώ αν θέλουν όλοι να σβήσω τα φώτα για να προσπαθήσουμε να κοιμηθούμε λίγο, εκείνη τολμά να εκφράσει την πεποίθησή της ότι μια χαρά είμαστε, και πως άλλωστε θα συζητήσουμε με σβηστά τα φώτα; Και η δύστυχη κυρία απέναντι η οποία είναι πτώμα μου λέει "ναι σας παρακαλώ" και με ικανοποίηση τα σβήνω. Προσπαθεί η δυστυχισμένη να κοιμηθεί, ο γιος την παίρνει αγκαλιά να την ξεκουράσει αλλά η κυρία Ισμήνη έχει άλλα σχέδια για τη βραδιά. Περιλαμβάνει τον πατέρα και όταν θεωρεί ότι μπορεί, σκουντάει αγενέστατα τη γλαρωμένη γυναίκα για να λάβει μέρος στην κουβέντα. Η γυναίκα είναι απελπισμένη αλλά και ευγενική. Η κυρία Ισμήνη νιώθει ότι κερδίζει ένα γύρο και μου κοπανάει εντελώς τυχαία την τσάντα της πάνω μου ώστε να είναι ήσυχη ότι δεν θα κοιμηθώ επίσης. Δεν την ενδιαφέρει να την ακούσω, την ενδιαφέρει να με βασανίσει. Το βλέπω στο γαλάζιο βλέμμα της λίγο πριν ξαναπάρει την απορημένη έκφρασή του.

Αφήνω την ώρα να περάσει λίγο ακόμα και εκεί που μονολογεί για τα χρήματα και πως έχει δυσκολέψει η ζωή της παρά την ομολογουμένως παχυλή σύνταξη του στρατηγού, την σκουντώ στον ώμο. Έχω παρατηρήσει λίγο πριν ότι μητέρα και γιος προσπαθούν απεγνωσμένα να γλαρώσουν και ότι ο πατέρας κοιτά έξω απ το παράθυρο τον σκοτεινό θεσσαλικό κάμπο απελπισμένα. Δεν ήξερε ότι θα μπορούσε να του συμβεί αυτό. Την σκουντώ λοιπόν, γυρίζει προς το μέρος μου ξαφνιασμένη και της χαμογελώ με εκείνο το χαμόγελο που έχει η κόμπρα λίγο πριν χτυπήσει το θύμα της και εκτυλίσσεται ο εξής διάλογος:

-Δεν σταματάτε ποτέ λοιπόν;

-Εγώ; ποιο πράγμα;

-Μα να μιλάτε, δεν μπορείτε να σταματήσετε με τίποτα; Δεν βλέπετε ότι προσπαθούμε όλοι να κοιμηθούμε;

-Εγώ μιλάω; Μα δεν μιλάω, κοιμάμαι.

-Με δουλεύετε και δεν θα το ήθελα.

-Λίγο είπα για τα λεφτά

-Είπατε αρκετά. Ακούστε, ας κάνουμε μια συμφωνία, σε λίγο το τρένο θα κάνει στάση για 10 λεπτά. Εγώ θα κατέβω για τσιγάρο. Μόλις ανέβω - αν σας πιάσω πάλι να μιλάτε και να ενοχλείτε τους ανθρώπους, θα αναγκαστώ να σας μαλώσω. Είμαστε σύμφωνοι;

-.................................................(άφωνη κι εξαιρετικά σοκαρισμένη)

Πράγματι μετά από λίγο κατεβαίνω απ το τρένο για το τσιγάρο. Μετά από 2,5 ώρες ταξιδίου είναι εξαιρετικά απολαυστικό. Στη σκέψη ότι θα μαλώσω την κυρία Ισμήνη αν συνεχίσει να μιλάει γίνεται ακόμα απολαυστικότερο.

Μετά από 10 λεπτά ανεβαίνω. Εκείνη εξιστορεί κάτι. Μόλις με βλέπει σταματά απότομα και με κοιτά με τρόμο και μομφή συνάμα. Ο πατέρας της οικογένειας βάζει τα γέλια και της λέει "Τελειώστε, δεν έχει ξεκινήσει ακόμα το τρένο, θα σας μαλώσει αν μιλάτε αφού ξεκινήσει". Βάζουν και οι 3 τα γέλια. Εγώ κρατιέμαι για να μην πάρει θάρρος κι εκείνη με κοιτά με μίσος. Αν μπορούσε να με λιώσει με το πασούμι της θα το έκανε χωρίς δεύτερη σκέψη.

Το τρένο ξεκινά και χαμογελώντας λέω σε όλους, τι θα λέγατε να κοιμηθούμε λίγο; Και χωρίς να περιμένω απάντηση (αν και η οικογένεια με κοιτά με χαμόγελο) σβήνω το φως και κλείνω την πόρτα. Η κυρία Ισμήνη πάει κάτι να πει αλλά πριν προλάβει της λέω απολογητικά "έχει πολλή φασαρία έξω".

Οι υπόλοιπες 3 ώρες κύλησαν σχεδόν ήρεμα αν εξαιρέσεις ότι όχι επίτηδες πλέον μιας και είχε κοιμηθεί και εκείνη, έπεφτε πάνω μου και με ξυπνούσε συνέχεια. Δεν εκνευριζόμουν πια, προσπάθησα να απομακρυνθώ όσο πιο πολύ μπορούσα για να αποφύγω εκείνη και την αποφορά της και ψιλοκοιμήθηκα λίγο.

Λίγο πριν φτάσουμε η κυρία Ισμήνη βγήκε στο διάδρομο τάχα μου να πάρει αέρα. Όμως το σχέδιο ήταν άλλο. Πριν μπούμε εμείς, οι νόμιμοι επιβάτες του κουπέ, μέσα, είχε ήδη φορτώσει ένα σκασμό τσάντες. Εμείς φυσικά δε γνωρίζαμε ποιανού ήταν οι τσάντες, εγώ νόμιζα πως ήταν της οικογένειας κι εκείνοι το αντίστροφο, και εκείνη είχε μπει μετά από μας και καλά γιατί είχε δει κενή θέση. Το έγκλημα όμως ήταν προμελετημένο. Προσχεδιασμένο στην κάθε του λεπτομέρεια απ τη σατανική κυρία Ισμήνη. Έτσι λοιπόν και για να μην εισπράξει κανένα αρνητικό σχόλιο, στρατολόγησε ένα νεαρό από άλλο κουπέ για να τις ξεφορτώσει και να μείνουμε οι υπόλοιποι μαλάκες. Όπως και μείναμε.

Ωδή λοιπόν σήμερα στην κυρία Ισμήνη. Ωδή σε ένα λουλούδι που με τη γλυκύτητά του μπορεί να προσελκύσει καλοπροαίρετους ανθρώπους και που πολύ αργά αποδεικνύεται ότι είναι επικίνδυνο και σαρκοβόρο. Ωδή στην ύστατη μορφή του ελληνάρα του κουτοπόνηρου που κάνει ό,τι θέλει χωρίς να ενδιαφέρεται για τους άλλους. 

Ωδή λοιπόν σ εκείνη. Να ναι καλά και μακριά από μένα.


Σχόλια χρηστών

Για να συμμετέχετε στην συζήτηση πρέπει να γίνετε μέλη. Λάβετε μέρος σε κάποια συζήτηση κάνοντας roll-over στο αρχικό σχόλιο και πατήστε το κουμπί "Απάντηση". Για να εισάγετε ένα νέο σχόλιο χρησιμοποιήστε την φόρμα στο τέλος της λίστας.

Για να σχολιάσετε αυτό το άρθρο θα πρέπει να είστε εγγεγραμμένο μέλος