Point Of View

Η Πιο Όμορφη Selfie

Παύλος Λάμπρου

Θα 'σουν δεν θα 'σουν 40 ημερών όταν σε πρωτοπήρα στα χέρια μου. Μια χνουδωτή καφετιά μπαλίτσα με δυο καταγάλανα, υπέροχα συνοφρυωμένα μάτια. Τιναζόσουν να φύγεις από την αγκαλιά μου. Από τότε δεν σου άρεσαν τα χάδια. Τα ζήταγες όταν εσύ ήθελες. 

Γελάγαμε και λέγαμε ότι επιλέξαμε γάτα εγκλωβισμένη σε σώμα σκύλου. Η αλήθεια είναι ότι δεν σε διαλέξαμε εμείς. Εσύ ήσουν αυτή που μας διάλεξες. Εσύ βγήκες πίσω από τις γλάστρες που ήσουν κρυμμένη κι ήρθες και τρίφτηκες στα πόδια του Γιάννη, παρότι στην βεράντα βρισκόντουσαν πάνω από δεκαπέντε άτομα. Ήταν έρωτας με την πρώτη ματιά.

Η πρώτη σου βόλτα στην παραλία του χωριού, αμέσως μετά τα πρώτα σου εμβόλια. Εσύ με το στρασάτο περιλαίμιο (τι γούστο είχα Θεέ μου) σνομπ, στην αγκαλιά μου ... δεν ήθελες να κάτσεις κάτω για να μην σε χαϊδεύει ο κόσμος που σε χάζευε. Κι εσύ να δέχεσαι τις φιλοφρονήσεις και τα κοπλιμέντα, αλλά αν άπλωναν χέρι να σε χαϊδέψουν γύρναγες με αποστροφή και σνομπισμό το κεφάλι. Θαυμάστε αλλά μην αγγίζετε ...

Θυμάμαι το πρώτο ταξίδι που σε πήραμε μαζί. Στο Ναύπλιο. Πάντα μαζί μας. Στα ωραία και στα άσχημα. Καταλάβαινες όταν κάτι δεν πήγαινε καλά και ερχόσουν από μόνη σου για χάδι. Αυτό το αγχολυτικό άγγιγμα στην γούνα σου, που μας έκανε να τα ξεχνάμε όλα. Να πετάμε τα προβλήματα πίσω μας. Να κοιτάμε με αισιοδοξία μπροστά.

Θυμάμαι όταν την κοπάνησες από το σπίτι. Γυρίσαμε όλο το χωριό να σε βρούμε κι εσύ πουθενά. Ξαφνικά βλέπουμε μια μεγάλη ουρά αυτοκινήτων στην παραλία. Κι εσύ μπροστά να οδηγείς την ουρά, σαν αρχηγός αγέλης που έσερνε το έλκηθρο. Βλέπεις το γονίδιο. Ήθελα να σε σαπίσω στο ξύλο αλλά η χαρά ήταν τόσο μεγάλη που σε βρήκαμε που το μόνο που έκανα ήταν να σου δώσω ένα μεγάλο φιλί ... κι εσύ το δέχτηκες, ίσως γιατί είχες χεσμένη την φωλιά σου.

Την χρονιά που μπήκες στην οικογένειά μας θυμάμαι χιόνισε. Για την αλήθεια χιόνισε πολύ. Το χιόνι έφτανε στο γόνατο, στην θάλασσα δίπλα. Βγήκαμε νύχτα όπως χιόνιζε. Μεγάλη παρέα κι εσύ μαζί μας. Να παίζεις, να τρέχεις, να ρίχνεις μακροβούτια στο χιόνι, να σε χάνουμε κι εσύ να βγαίνεις στην επιφάνεια και να παίζεις, να παίζεις, να παίζεις!!! Μετά όλοι μαζί πήγαμε στο μπαρ. Κι εσύ μαζί. Μηνών ήσουν. Σε πήρα αγκαλιά μην σε πατήσει κανείς. Έβαλες τα πόδια σου πάνω στην μπάρα κι ήσουν έτοιμη να παραγγείλεις το ποτό σου. Σαν το ανέκδοτο με το άλογο στο μπαρ. Κι εσύ να χαίρεσαι που όλο το μαγαζί ασχολιόταν μαζί σου... 

Τα μεσημέρια με περίμενες πίσω από την πόρτα καθισμένη νωχελικά στην πολυθρόνα σου κι ερχόσουν να τριφτείς πάνω μου, να μου κάνεις χαρές, να σε χαϊδέψω και να πάρεις το cookie σου. Σήμερα δεν με περίμενε κανείς σπίτι. Μπήκα άφησα τα πράγματα και κάθισα στην πολυθρόνα σου. Περίμενα... 

Τα βράδια ξάπλωνες στην μεριά μου στο κρεβάτι, έπιανες θέση κι όταν ερχόμουν να ξαπλώσω έκανες ένα ουφ ενοχλημένο και έφευγες. Ήξερες ότι δεν θέλω να με ακουμπούν όταν κοιμάμαι. Ίσως από μένα τελικά το πήρες αυτό το κουσούρι. Χθες το βράδυ έψαχνα να σε βρω, ξάπλωσα και το κρεβάτι δεν με χώραγε. Σηκώθηκα, άναψα τσιγάρο και ξάπλωσα στον καναπέ. Μα και εκεί ο ύπνος δεν με έπαιρνε. Μόνο αυτός ο αφόρητος πόνος στο στήθος, σαν να έχει σκιστεί η καρδιά στα δύο.

Όλο το καλοκαίρι που μας πέρασε σε κυνήγαγα για να βγάλουμε μια selfie κι εσύ όσο κι αν έπαιρνες πόζες στην κάμερα μόνη σου, με άλλον δεν ήθελες να βγεις. Κάποια στιγμή το κατάφερα. Κι εσύ μου χάρισες την πιο όμορφη selfie της ζωής μου.

Γελάγαμε όταν περπάταγες και κουτούλαγες στα έπιπλα. Από τον έτερο Καππαδόκη αυτό το κουσούρι. Τι να πρωτοθυμηθώ ... δεν είναι εύκολο. Δεκατέσσερα χρόνια είναι αυτά. Όσο κι αν μέσα μου το ήξερα ότι είχες ξεπεράσει το όριο ηλικίας σου, όσο κι αν μέσα μου το ήξερα ότι θα φύγεις κάποια στιγμή, πονάει γαμώτο.

Έμπαινα στο σπίτι κι έλεγα τι έκανες εκεί Tamar; Ήξερα, αν κατέβαζες τα αυτάκια κι αν έδινες ποδαράκι ότι μια κουρτίνα, ένα χαλί, κάτι θα έλειπε. Κάτι θα είχες μασουλήσει, κάποια διαολιά θα είχες κάνει, όπως τότε στο χωριό που μπήκα σπίτι μετά από άγρια κραιπάλη αλκοόλ στα τοπικά κωλόμπαρα και βρήκα όλο το σπίτι χιονισμένο. Είχες κόψει κομματάκια όλα τα συλλεκτικά περιοδικά που μάζευα. Ήταν κι η πρώτη φορά που σου έκλεισα κατάμουτρα την πόρτα της κρεβατοκάμαρας. Κι εσύ κοιμήθηκες εκεί μπροστά στην πόρτα, δεν κουνήθηκες καθόλου μέχρι να σηκωθώ κάποια στιγμή το απόγευμα.

Τα πρωινά περίμενες να σηκωθούμε, να ξυπνήσουμε να σου δώσουμε το cookie. Το ήθελες κι από τους δυό μας. Άρχιζε και σε έπιανε η ανησυχία πέντε λεπτά πριν χτυπήσει το ξυπνητήρι. Τα Σαββατοκύριακα όμως δεν είχες καμιά ανησυχία. Απλά μας περίμενες να σηκωθούμε. Αλήθεια πως ήξερες ότι δεν δουλεύουμε;

Την Κυριακή, παίξαμε το απόγευμα, με πήρες είδηση που πήγα να φάω σοκολάτα κι ήρθες και μου έκανες χαρές. Ήθελες να σου δώσω. Σου έδωσα μπισκοτάκι. Δεν σου άρεσε αλλά τι να κάνεις από το ολότελα... Το βράδυ κάτσαμε να φάμε. Δεν εμφανίστηκες. Παίζει μέσα στα δεκατέσσερα χρόνια να ήταν κι η πρώτη φορά που δεν εμφανίστηκες. Φανταστήκαμε ότι είχες αράξει στην βεράντα και χάζευες τον δρόμο, όπως τόσα και τόσα βράδια. Ανάβω τσιγάρο κι ο Γιάννης μαζεύει τα πιάτα. Τον ακούω να λέει ξεψυχισμένα πηγαίνοντας τα πιάτα στην κουζίνα. Παύλο η Tamar ... Κατάλαβα ...

Ήσουν στον καναπέ σου. Ξαπλωμένη, σαν να κοιμόσουν. Ζεστή. Το μόνο που μαρτυρούσε ότι κάτι έγινε ήταν η γλώσσα σου. Αυτή η γλώσσα που τόσο σπάνια έδινε φιλιά, κρεμόταν. Ήσουν ζεστή ακόμα αλλά τόσο ακούνητη. Cookie σου φώναξα, αλλά εσύ δεν άνοιξες τα μάτια. Πάντα έλεγα και γέλαγα ότι η ψυχή θα σου βγαίνει κι αν σου φωνάξω cookie, εσύ θα γύρναγες πίσω. Να που δεν γύρισες. 

Πονάει. Πονάει πολύ, το ξέρω. Και ξέρεις τι με πονάει πιο πολύ; Που δεν έδειξες κανένα σημάδι ότι θα την έκανες γαλανομάτα μου. Που δεν σε είχα αγκαλιά για να σου δείξω το πόσο πολύ σ' αγαπώ. Που όπως εσύ μας διάλεξες για να μπεις στην ζωή μας, εσύ αποφάσισες και να φύγεις έτσι απλά, ξαπλωμένη στον καναπέ σου. Όπως μόνη ήρθες, μόνη διάλεξες και να φύγεις.

Tamar 01/08/2000 - 12/10/2014

Υγ. Δεν θα μπορούσες να λείπεις από την παρέα του Boem ...

Σχόλια χρηστών

Για να συμμετέχετε στην συζήτηση πρέπει να γίνετε μέλη. Λάβετε μέρος σε κάποια συζήτηση κάνοντας roll-over στο αρχικό σχόλιο και πατήστε το κουμπί "Απάντηση". Για να εισάγετε ένα νέο σχόλιο χρησιμοποιήστε την φόρμα στο τέλος της λίστας.

12 Δεκεμβρίου 2014 Reply
Γιάννης Αντωνόπουλος

Φυσικά και δεν μπορεί να λείπει από αυτή την παρέα, πάντα παρούσα με τον τρόπο της, κανείς "δικός μας" δεν φεύγει όσο τον θυμόμαστε...


Για να σχολιάσετε αυτό το άρθρο θα πρέπει να είστε εγγεγραμμένο μέλος