Point Of View

Λαχταρώ – Κριτική

Νάγια Παπαπάνου

Το «Λαχταρώ» ή “Crave” όπως είναι ο πρωτότυπος τίτλος στα αγγλικά είναι το προτελευταίο έργο της ιδιοφυούς Σάρα Κέην, θεαματικά διαφοροποιημένο ως προς την γραφή από τα προηγούμενα έργα της, με συμπυκνωμένη την αγωνία της ζωής και μια επερώτηση προς το θεϊκό, ένα λεκτικό ορατόριο θα το χαρακτήριζα προσωπικά. 

Τα πρόσωπα του έργου: Α, Β, C και Μ, έχουν κατά καιρούς χαρακτηριστεί ως Α – άντρας, Β – αγόρι, C – παιδί / κορίτσι, Μ – μητέρα. Στην παράσταση του Χρήστου Τζιούκαλια, Α είναι η Άντζελα Μπρούσκου. Η ερμηνεία της Μπρούσκου δεν έχει ως πρόσχημα το φύλο, άλλωστε στην παράσταση, οι ηθοποιοί σχηματικά ανταποκρίνονται ο ένας στον άλλο σε επίπεδο απεύθυνσης, καμιά σεξουαλική νύξη δεν λαμβάνει χώρα. Καμία επαφή πέραν ενός σκηνικού αντικειμένου που μεταβιβάζεται και του μικροφώνου που μεταχειρίζεται η Μπρούσκου και σε δύο ή τρεις διαφορετικές περιπτώσεις ‘επιβάλλει’ την χρήση του πρώτα στην  Παρθενόπη Μπουζούρη (Μ), και στην συνέχεια στους Φέλις Τόπη (C ) και Κωνσταντίνο Μαργαρίτη (Β). Ίσως σε μια διαστροφή της εικόνας θα μπορούσε να συνάδει με φαλλικό στοιχείο (το μικρόφωνο). 

Ο Τζιούκαλιας, μας μεταφέρει στο σκηνικό ενός γραφείου, με άπειρα χαρτιά και φωτογραφίες στους τοίχους, σαν μια ανάμνηση ασπρόμαυρης αστυνομικής ταινίας, όπου ο Α είναι ερευνητής (άλλωστε όλες οι ιστορίες που αναφέρει ο Α είναι σαν αποσπάσματα αστυνομικού ρεπορτάζ). Οι υπόλοιποι κάθονται σε κάτι που θυμίζει τσιμεντόλιθους, μια αναφορά σκηνική στην πόλη που αναφέρει η Κέην στο έργο – το δομικό της στοιχείο. Η φωτιστική συνθήκη με τα μπλακ – άουτ που αφήνουν μόνο τα λευκά χαρτιά στο βάθος να εντοπίζει το ξαφνιασμένο μάτι του θεατή, σε βάζουν σε μια ολοένα και πιο σκοτεινή σχέση με το χώρο, όταν τελικά θα ανοίξουν εστιάζοντας πάνω από τους τρεις ερμηνευτές σε στάση προσευχής, η εντύπωση που σου δίνεται είναι αντίστοιχη με την εσωτερικότητα ενός εξομολογούμενου χωρίς ενδιάμεσο. 

Υπάρχουν αξιόλογα στοιχεία στην σκηνοθετική προσέγγιση του Τζιούκαλια, και η νέα μετάφραση του έργου από τον Μάνο Λαμπράκη, είναι πιο κοντά στην αισθητική του ‘in yer face’ θεάτρου. Όμως ο ρυθμός παρουσιάζει μια μικρή ολιγωρία, κι είναι ένα κείμενο όπου ο ρυθμός κι η αναπνοή των ερμηνευτών παίζουν τεράστιο ρόλο στην απόδοση του λόγου της συγγραφέως. Υπάρχει πάντα η παγίδα να ορίσεις τους ρόλους των τεσσάρων ερμηνευτών, όμως δεν είναι το ζητούμενο, κατά την υποφαινόμενη είναι ένα έργο που περισσότερο ορίζεται από τον ήχο των λέξεων και την σχέση φωτός και σκοταδιού (crave / grave). 

Info Παράστασης

Σχόλια χρηστών

Για να συμμετέχετε στην συζήτηση πρέπει να γίνετε μέλη. Λάβετε μέρος σε κάποια συζήτηση κάνοντας roll-over στο αρχικό σχόλιο και πατήστε το κουμπί "Απάντηση". Για να εισάγετε ένα νέο σχόλιο χρησιμοποιήστε την φόρμα στο τέλος της λίστας.

Για να σχολιάσετε αυτό το άρθρο θα πρέπει να είστε εγγεγραμμένο μέλος